Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Αποφασίζω, αρέσω, κοιτάζω και διαλέγω, προτιμώ, καταδέχομαι (η λ. από το πηχύνομαι = εναγκαλίζομαι)