Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. barut = πυρίτιδα
μτφ. το φαγητό που «καίει» τη γλώσσα (πολύ ξινό ή με πολλά μπαχαρικά)
μτφ. ο θυμωμένος άνθρωπος