Βρέθηκε το λήμμα
μπάριμ

Ετυμολογία: τουρκ. bari, λαϊκά: barım

  • Τουλάχιστον

    • - Τσι νάνταν μπάριμ μουναχά πείνα, ποιος κ' λουγάριαζι;