Βρέθηκε το λήμμα
μπαμπλούμ
  1. Έξαψη παιδικής αρρώστιας, με εξανθήματα στο σώμα

    • -Μπαμπλούμ γίντσι = έβγαλε πληθώρα εξανθημάτων στο σώμα (από οστρακιά ή άλλη ασθένεια)
  2. Πληθώρα ομοειδών πραγμάτων

    • -Γι αυλή ήντου μπαμπλούμ απού λουλούδια