Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. murdar
Ο βρόμικος, ο βρομιάρης, ο ασελγής, ο έκλυτος