Βρέθηκε το λήμμα
μισάλ' (του)

Ετυμολογία: μσν. μεσάλιον < λατιν. mensalium < mensalis < mensa = τραπέζι

  • Πετσέτα κουζίνας ή μικρό τραπεζομάντηλο

    • -Τύλξ' τα στου μισάλ'