Βρέθηκε το λήμμα
λουγιώ - λουγιώ
  • Ειδών - ειδών, διάφορα πράγματα

    • -Ήβγι όξου μες στου πιρβόλ' τσι λιόντου τσι έφκιανι, λουγιώ - λουγιώ σκατουδ'λειές

    • -Όκ'λουγιώ = Ό,τι νάναι