Βρέθηκε το λήμμα
λάργκας (ι)
  • Λαρύγγι

    • -Τσείνους θαρρείς πως τουν είχις στου παχνί διμένου. Αρπά μια χούφτα σύκα τσι τα ρίχν' στου λάργκα τ'