Βρέθηκε το λήμμα
λαψάνις (οι)
  • Είδος φαγώσιμου, γλυκόπικρου και με βαριά μυρουδιά χόρτου (σαν τη γρούβα). Το έτρωγαν πολύ κατά τη Γερμανική κατοχή από έλλειψη άλλης τροφής.