Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. το δεύτερο συνθετικό döşeme = δάπεδο
Αποχέτευση «ντυμένη» με πέτρες