Βρέθηκε το λήμμα
κράμπιλου (του)
  • Γυναίκα ψηλή, αδύνατη και χωρίς χάρη. Επίσης ψεγάδι για έναν που νομίζει πως κάτι είναι.

    • -Είνι ένα κράμπιλου τούτους!