Βρέθηκε το λήμμα
κουτσο
  1. Τίθεται ως α'συνθετικό και δηλώνει το λίγο, σιγά (κουτσοπίνω = πίνω σιγά - σιγά)

  2. Παιδικό παιχνίδι