Βρέθηκε το λήμμα
χουσχούσ' (του)

Ετυμολογία: τουρκ. kuskus = είδος ζυμαρικού σε κόκκους

  1. Χειροποίητο ζυμαρικό

  2. μτφ. κουτσομπολιό

Σχετικές λέξεις
κουσκούσ' (του)