Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ.
Μου ξεφεύγει κάτι μέσα απ' τα χέρια μου, αφήνω κατά λάθος