Βρέθηκε το λήμμα
καντιφές (ι)

Ετυμολογία: τουρκ. kadıfe = Βελούδο

  1. Βελούδο από μετάξι

  2. το λουλούδι πανσές

Σχετικές λέξεις
κατιφές (ι)