Βρέθηκε το λήμμα
κασάπ'ς (ι)

Ετυμολογία: τουρκ. kasap

  • Χασάπης

    • -Όξου στσι στσιές είχασ' κριμασμένα τα κριάτα γι κασάπδις. Γι Μαλίκους, γι Γιακγκίν'ς τσι γι γέρου Καραντών'ς.