Βρέθηκε το λήμμα
καρσιλίκ' (του)
  • Ευθυγράμμιση.

    • - Ήρθι στου καρσιλίκ' η πέρκα τσι τ'ς όρξα = ευθυγραμμίστηκε με το όπλο και τις έρριξα