Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. kapak = καλύπτω
Πρόσθετο κάλυμμα σε κατασκευή κ.τ.λ.