Βρέθηκε το λήμμα
κάνου
  • Κάνω, προσποιούμαι κ.τ.λ.

    • -Κάνου σπικ'κό = Παντρεύομαι, κάνω οικογένεια (πρέπ' να ποίσ' σπικ'κό τσι φαμίλια πλιά)

    • -Κάνου πως ε βλέπου!= προσποιούμαι πως δεν βλέπω

    • -Τάκανι σα τ' αυκιά τ'= τα χάλασε, τα έκανε θάλασσα.

    • -Τάκανι ούλα απάνου τ'ς= της τα έδωσε όλα ως προίκα

    • -Τάκανι απάνου τ'= φοβήθηκε πολύ ή χέστηκε