Βρέθηκε το λήμμα
γω (αντων.)
  • Εγώ

    • -Γω σ' λέγου «χαντούμ'ς είμι» τσι συ μι ρουτάς «πούν' τ'αρχίδια σ' » = Για κείνους που άλλα τους λες και άλλα καταλαβαίνουν