Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. gem = χαλινάρι
Χαλινάρι και μτφ. περιορισμός ελευθεριών κάποιου