Βρέθηκε το λήμμα
γιρουσύν' (η)
  • Υγεία, δύναμη (το να είναι κανείς δυνατός, γερός, υγιής)

    • -Γιρουσύν' καλουσύν'

    • -Ώ χαρά τ' Άγιου Βασίλ'……….