Βρέθηκε το λήμμα
γιναντινά (επίρρ.)
  • Από γινάτι, από πείσμα

    • -Γιναντινά εν έλιγι να πει του ναι!

    • -Ε του κατάλαβις, μπρε βόδ'; Του ποίτσι γιναντινά = το έκανε από πείσμα