Βρέθηκε το λήμμα
γιουγούμ (του)

Ετυμολογία: τουρκ. gügüm = μεταλλικό δοχείο νερού με πλαϊνές λαβές και με μακρύ λαιμό

  • Μεταλλικό δοχείο, από λαμαρίνα, με χειρολαβή στο πάνω μέρος. Μπιτόνι κυρίως για τη μεταφορά γάλακτος

    • -Τόρξα ούλου του γάλα μέσ' του μ'κρό του γιουγούμ για να του πάγου στου χουριό
Σχετικές λέξεις
γιγούμ (του)
γκιουγούμ (του)