Βρέθηκε το λήμμα
γιαγκίν' (του)

Ετυμολογία: τουρκ. yangın = πυρκαγιά, (μτφ.) σφοδρό ερωτικό πάθος

  • Η πυρκαγιά

Σχετικές λέξεις
γιανκίν (του)