Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: γίδι + παραγωγ. κατάλ -άρης
Κτηνοτρόφος που έχει κατσίκια. Γιδάρης