Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Εργαλείο μαραγκού (είδος τρυπανιού)
μτφ. διαρκής πόνος από απώλεια αγαπητού προσώπου κ.τ.λ.