Βρέθηκε το λήμμα
χαβάν' (του)

Ετυμολογία: τουρκ. havan = καπνοκοπτικό μηχάνημα

  • Ειδικό μαχαίρι με το οποίο τεμάχιζαν τα φύλλα καπνού