Βρέθηκε το λήμμα
χασίλ' (του)
  1. Φυτεία κριθαριού, προτού βγάλει στάχυα. Προορίζεται για βόσκηση, ως κατ' εξοχήν δυνατή και καθαρή τροφή αιγοπροβάτων

  2. Τρυφερό χόρτο γενικά

  3. μτφ. νεαρό όμορφο κορίτσι.