Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: ρως. hohol = τσουλούφι, (μτφ.) άνθρωπος ψηλός και λεπτός με άτσαλους τρόπους
Φασαριόζος