Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: ιταλ. avania = ζημιά ή από το επίθ. αβάν'ς (βλ. λ.)
Συκοφαντία, μομφή, κατηγορία, ζημιά, βλάβη.