Βρέθηκε το λήμμα
ασπαρκιά (η)
  • Το σπάρτο. Είδος ήμερου βρούλου με κίτρινα μυρωδάτα λουλούδια. Κάνει κρότο όταν καίγεται.

Σχετικές λέξεις
ασπαρχιά (η)