Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Το σπάρτο. Είδος ήμερου βρούλου με κίτρινα μυρωδάτα λουλούδια. Κάνει κρότο όταν καίγεται.