Βρέθηκε το λήμμα
αρκόβατους (ι)

Ετυμολογία: άρκτος + βάτος

  • Αναρριχώμενο αγκαθωτό πολυετές φυτό της ρεματιάς, μεγάλης αντοχής. Ονομάστηκε έτσι γιατί είναι δυνατό σαν την αρκούδα