Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: μσν. αψύς < αρχ. άπτομαι) (= δριμύς)
Δυνατά, υψηλόφωνα