Βρέθηκε το λήμμα
άμπακας (ι)

Ετυμολογία: ιταλ. abbaco < λατιν. abacus < αρχ. ελλ. άβαξ = πίνακας γραφής, πλήθος, αριθμητική

  • Πολυφαγία αλλά και κάτι υπερπλήρες

    • -Έφαγι τουν άμπακα τ' (δηλ πάρα πολύ)

    • -Ήρθι στουν άμπακα τ' (δηλαδή παραγέμισε π.χ. το δοχείο)