Από Ερεσιώτικα σε Νεοελληνικά
Από Νεοελληνικά σε Ερεσιώτικα
Ετυμολογία: τουρκ. aktamak = μεταφέρω
Αχταρμάς, μπέρδεμα, ανακάτεμα, το πολύ βαθύ σκάψιμο ώστε το κάτω χώμα ν' ανεβεί επάνω και αντίστροφα