Βρέθηκε το λήμμα
αχλιουπταρδής (ι)
  • Αυτός που έχει αδύνατη κράση και δεν μπορεί να απομακρυνθεί από τη ζεστή γωνιά του σπιτιού (τζάκι κ.τ.λ.)

Σχετικές λέξεις
αχλιουπίκ'ς (ι)